Όταν ανθρώπινα οστά ανακαλύφθηκαν σε έναν βόθρο στο Τουάμ της δυτικής Ιρλανδίας, τον περασμένο μήνα, η είδηση δεν αποτέλεσε έκπληξη για όλους. 
Το μακάβριο εύρημα ανακαλύφθηκε κάτω από ένα πρώην ίδρυμα για ανύπαντρες μητέρες. Και έρχεται ως αποτέλεσμα μιας κυβερνητικής επιτροπής που συστάθηκε για τη διερεύνηση καταγγελιών κακοποίησης νεαρών ανύπαντρων γυναικών που έλαβαν χώρα υπό την εντολή στελεχών της Εκκλησίας. 
Η ιστορικός Κάθριν Κόρλες είχε αρχικά ανακαλύψει και δημοσιοποιήσει πληροφορίες και λεπτομέρειες για την ύπαρξη ενός ομαδικού τάφου στο ίδρυμα το 2014. Το ίδρυμα διοικούσε το Τάγμα των Αδελφών του Ελέους, υπό την Καθολική Εκκλησία, και σε αυτό είχαν ταφεί ανεπίσημα, περίπου 200 βρέφη - αρχικά οι αναφορές έκαναν λόγο για 800 - που γεννήθηκαν από ανύπαντρες μητέρες.
Μετά τη δημοσιοποίηση της ιστορίας, ένα email από τον εκπρόσωπο του Τάγματος, Τέρι Προν προς την σκηνοθέτιδα Σάσκια Γουέμπερ, που ενδιαφέρθηκε για την υπόθεση, υποστήριζε ότι δεν υπάρχει ανάγκη για την πραγματοποίηση έρευνας στο σημείο: «Αν έρθετε εδώ, δεν θα βρείτε κανέναν ομαδικό τάφο, κανένα στοιχείο ότι τα παιδιά θάφτηκαν και ένα τοπικό αστυνομικό περίπολο μπορεί να λέει: ‘Ναι, μερικά οστά βρέθηκαν’, αλλά εδώ ήταν μια περιοχή όπου θάφτηκαν τα θύματα του λιμού. Επομένως;».
Η αποκάλυψη, ωστόσο, προκάλεσε κλυδωνισμούς στην Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία της Ιρλανδίας. Στο φως ήρθε και αναφορά του 1944, που κάνει λόγο για άθλιες συνθήκες διαβίωσης των παιδιών, τα οποία ήταν αποσκελετωμένα και πεινασμένα. Η Καθολική Εκκλησία αρνούνταν να τα βαφτίσει ή να τα θάψει κανονικά επειδή είχαν γεννηθεί εκτός γάμου. Έτσι τα τύλιγαν σε σάβανα και τα πέταγαν στο βόθρο. 
Η Κάθριν Κόρλες στο μνημείο των μωρών που πετάχτηκαν στον μαζικό τάφο του Τουάμ
Την ίδια ώρα, οι νεαρές γυναίκες έπεφταν θύματα κακοποίησης σε πολλά αντίστοιχα ιδρύματα. Γνωστή είναι η υπόθεση με τα «Πλυντήρια της Μαγδαληνής» ή «Πλυντήρια της Ντροπής» όπως έχουν χαρακτηριστεί, τα οποία εκμεταλλεύονταν εμπορικά οι μοναχές - λαμβάνοντας και κρατική επιχορήγηση - και όπου νεαρές γυναίκες - σκλάβοι δούλευαν ακατάπαυστα, όλες τις ημέρες της εβδομάδας, υπό απάνθρωπες συνθήκες, χωρίς να πληρώνονται. 
Η έκθεση 1.000 σελίδων του γερουσιαστή Μάρτιν Μακλίς, που παρουσιάστηκε το 2013, αποκάλυψε ότι το ιρλανδικό κράτος ήταν συνένοχο στον εγκλεισμό των γυναικών σε αυτά τα ιδρύματα. Η ιρλανδική κυβέρνηση είχε αναγκαστεί να ζητήσει συγγνώμη.  
«Πήραν το μωρό μου μακριά μου»
Για πολλούς στην Ιρλανδία, η τελευταία ανακάλυψη στο Τουάμ, αναθέρμανε οδυνηρές μνήμες για τον τρόπο συμπεριφοράς του κράτους απέναντι στις ανύπαντρες μητέρες, οι οποίες καταπατούσαν τα αυστηρά πολιτισμικά και κοινωνικά πρότυπα μιας βαθύτατα συντηρητικής κοινωνίας.
Πολλά χρόνια αφού οι μοναχές είχαν κλείσει τις πόρτες του ιδρύματος στο Τουάμ - αυτό έγινε το 1961 - η Λουίζ Γκάλαχερ βρέθηκε σε ένα από τα τελευταία σπίτια για ανύπαντρες μητέρες, το 1988. 
«Όταν άκουσα για το Τουάμ, δεν αισθάνθηκα καλά. Ένιωθα χάλια αλλά δεν μπορούσα να το εξηγήσω», λέει η 44χρονη Λουίζ, μιλώντας στο Al Jazeera. «Οι νεότερες γυναίκες σαν εμένα δεν είχαν τόσο άσχημη μοίρα όσο οι παλαιότερες. Δεν εργαστήκαμε για χρόνια στα πλυντήρια. Έτσι νιώθεις άσχημα που αναστατώνεσαι». 
«Αλλά πραγματικά, δεν αισθάνθηκα ποτέ καλά, αφού μου πήραν το μωρό μου. Βρίσκομαι σε μια μόνιμη κατάσταση θρήνου». 
Η Λουίζ, η οποία ζούσε σε μια αγροτική περιοχή στην Ιρλανδία, ανακάλυψε ότι ήταν έγκυος στα 16 της χρόνια. Αλλά ως ανύπαντρη μητέρα έφερε ένα στίγμα που διαιωνίζεται από την Καθολική Εκκλησία και παίρνει ώθηση από την ευρύτερη κοινωνία. 
Στάλθηκε λοιπόν σε σπίτι για ανύπαντρες μητέρες και μωρά που διοικείται από καλόγριες στην πόλη Ντανμπόιν. «Το κανόνισαν η μητέρα μου, ο τοπικός γιατρός και η Cura, μια καθολική οργάνωση που ασχολείται με τις ‘κρίσεις εγκυμοσύνης’». 
«Πέρασα δύο μήνες εκεί. Το μέρος ήταν γεμάτο από κορίτσια όταν έφτασα. Η μητέρα μου είπε ότι θα έπρεπε να κοιμάμαι στο πάτωμα, αν δεν υπήρχε κρεβάτι για εμένα. Ποτέ δεν είχα επιλογή. Ένιωθα αδύναμη κι ότι θα έπρεπε να ήμουν ευγνώμων». 
Το σπίτι για άγαμες μητέρες του Τουάμ 
Μαζικοί τάφοι 
Τα σπίτια της Ιρλανδίας για τις ανύπαντρες μητέρες και τα παιδιά τους διοικούνταν από την   Εκκλησία και χρηματοδούνταν από το κράτος. Οι γονείς πήγαιναν, συχνά εκεί, τις άγαμες έγκυες κόρες τους, που θα ήταν δακτυλοδεικτούμενες από την κοινότητα. 
Στα πιο βάναυσα χρόνια - που διήρκεσαν σχεδόν έναν αιώνα - χιλιάδες παιδιά έχασαν τη ζωή τους σε αυτά, λόγω της κακής διατροφής και της έλλειψης φροντίδας. Αυτά ρίχνονταν σε μαζικούς τάφους σε γη που άνηκε επίσης στην Καθολική ηλικία. 
Πολλές γυναίκες που εγγράφονταν ως ενήλικες ενώ δεν ήταν, αναγκάστηκαν να δώσουν τα παιδιά τους για υιοθεσία, βάζοντας την υπογραφή τους υπό το άγρυπνο βλέμμα και την πίεση των μοναχών και των κοινωνικών λειτουργών. 
«Μας χρησιμοποιούσαν για να βγάλουν λεφτά», λέει η Λουίζ. «Συσκευάζαμε κάρτες για τις μοναχές στο σπίτι. Δεν ήμασταν αναγκασμένες αλλά μας έκαναν να νιώθουμε ευγνωμοσύνη ακόμα και αφού είχαν πάρει τα μωρά μας». 
«Έπαιρναν επίσης χρήματα από την κυβέρνηση για να μας ‘κανονίζουν’. Μια πλούσια κοπέλα που μοιραζόταν μαζί μου το δωμάτιο, μου είπε ότι οι γονείς της έδιναν στις μοναχές δωρεές. Το ίδιο και τα ζευγάρια που πήραν τα μωρά μας. Έδιναν δωρεές στο Τάγμα». 
«Μας μετέφεραν από το σπίτι στο νοσοκομείο της Χολ Στριτ στο Δουβλίνο για φροντίδα. Στη συνέχεια η Καθολική Προστασία και η Υπηρεσία Διάσωσης της Ιρλανδίας φρόντιζαν για τις αναγκαστικές υιοθεσίες. Ο καθένας έπαιρνε το μερίδιο του», προσθέτει η Λουίζ. 
Παρά την ανακάλυψη στο Τουάμ, τα θρησκευτικά τάγματα της Ιρλανδίας δεν έχουν συνεισφέρει στις προσφυγές των γυναικών που τα παιδιά τους έχασαν τη ζωή τους ή δόθηκαν σε αναγκαστικές υιοθεσίες από τα ιδρύματα για τις ανύπαντρες μητέρες. 
Αποζημιώσεις 
Ο υπουργός Υγείας της Ιρλανδίας, Σίμον Χάρι, ζήτησε σκληροπυρηνική αντιμετώπιση των Ταγμάτων, που δεν έχουν αποζημιώσει τα θύματα κακοποίησης της Εκκλησίας. 
Μέχρι στιγμής, τα θρησκευτικά τάγματα - που υποτίθεται ότι πρέπει να πληρώσουν κατά το μισό το πρόγραμμα αποζημιώσεων στα θύματα - έχουν πληρώσει μόλις 192 εκ. ευρώ από το 1,5 δισ. ευρώ που απαιτείται συνολικά. 
Η ανεξάρτητη βουλευτής, Κλερ Ντάλι, υποστηρίζει ότι το πρόγραμμα των αποζημιώσεων είναι έτσι φτιαγμένο που επιτρέπει τόσο στην Εκκλησία, όσο και στο κράτος να αποποιηθούν της ευθύνης τους. Αλλά συμφωνεί με τον Χάρι ότι πρέπει να ασκηθούν μεγαλύτερες πιέσεις στα θρησκευτικά τάγματα. 
«Είναι προφανές ότι η αρχική συμφωνία είναι κακή για τον Ιρλανδό φορολογούμενο και τα θύματα που έχουν επιζήσει και καλή για τα θρησκευτικά τάγματα που έπεσαν στα μαλακά. Σε αυτό το στάδιο πρέπει να ασκηθεί μεγάλη πίεση στις θρησκευτικές οργανώσεις, ώστε να εκπληρώσουν τις αρχικές τους δεσμεύσεις. Ενώ φαίνεται ότι δεν έχουν καμία νομική υποχρέωση να το κάνουν, έχουν σίγουρα ηθική υποχρέωση», λέει. 
Κι ενώ αρνούνται να αποζημιώσουν πλήρως τις γυναίκες που στάλθηκαν στα ιδρύματα για ανύπαντρες μητέρες, τα θρησκευτικά τάγματα κατηγορούνται για προσπάθεια φίμωσης όσων καταγγέλλουν ότι κακοποιήθηκαν στα σχολεία για ορφανά ή παιδιά άγαμων μητέρων που επίσης διοικούνταν από την Εκκλησία και χρηματοδοτούνταν από το κράτος. 
Νεαρές γυναίκες εργάζονται σε συνθήκες σκλαβιάς στα «Πλυντήρια της Μαγδαληνής»
Θύματα κακοποίησης από την Εκκλησία 
Ο Τομ Γουόλ, από την μικρή πόλη Γκλιν της επαρχίας του Λίμερικ, στάλθηκε σε ένα βιομηχανικό σχολείο που διοικούσαν οι «Χριστιανοί Αδελφοί», αφού ένας δικαστής υπέγραψε το σχετικό έγγραφο που έδινε την επιμέλειά του στην Εκκλησία. Παρέμεινε εκεί από το 1952 έως το 1965. Επέστρεψε στα 16 του χρόνια. 
Ο ίδιος καταγγέλλει ότι κατά την περίοδο αυτή κακοποιήθηκε σεξουαλικά πολλές φορές, ενώ τον χτυπούσαν συστηματικά. Ο Τομ που έγραψε ένα βιβλίο για τον χρόνο που πέρασε στο Γκλιν, έχει πλέον εμπλακεί σε μια νομική διαμάχη με τους «Χριστιανούς Αδελφούς». Ισχυρίζεται ότι εσκεμμένα προσπαθούν να αποκρύψουν την έκταση της κακοποίησης που αντιμετωπίζουν τα παιδιά υπό την κηδεμονία της Εκκλησίας. 
«Όταν οι ‘Χριστιανοί Αδελφοί’ έφυγαν από το Γκλιν το 1973, ο Αδελφός Μιούρι μου ζήτησε να κάψω όλα τα έγγραφα που μου έδωσε αλλά είπε οτι θα μπορούσα να κρατήσω κάποιο που ήθελα ιδιαίτερα», σημειώνει. 
«Καθώς έψαχνα για το δικό μου αρχείο ξεχώρησα κάποια από τα έγγραφα που μου είχαν πει να κάψω και τα φύλαξα στη σοφίτα ενός σπιτιού στο Γκλιν. Το 2015, δώρισα τα έγγραφα στο Πανεπιστήμιο του Λίμερικ». 
Ο Τομ ήταν το τελευταίο παιδί που στάλθηκε στο βιομηχανικό σχολείο. Η μάχη του με το τάγμα για την υπόθεση της κακοποίησής του δεν έχει ολοκληρωθεί. Σήμερα είναι 67 ετών. 
Οι Χριστιανοί Αδελφοί σήμερα διεκδικούν δικαιώματα ιδιοκτησίας επί των αρχείων και των εγγράφων που εστάλησαν στα αγόρια από τα μέλη της οικογένειάς τους, που προσπάθησαν να επικοινωνήσουν μαζί τους. Το Τάγμα υποστηρίζει ότι τα έγγραφα αποτελούν ιδιοκτησία της Εκκλησίας και δεν ανήκουν στο Πανεπιστήμιο, όπου τα δώρισε ο Τομ. 
«Δεν καταλαβαίνω πώς οι Χριστιανοί Αδελφοί, οι οποίοι κρίθηκαν ένοχοι για σοβαρή σωματική, σεξουαλική και συναισθηματική κακοποίηση των παιδιών που βρίσκονταν - υπό κρατική μέριμνα - στα βιομηχανικά σχολεία, μπορούν τώρα να ισχυρίζονται ότι είναι δικά τους τα τελευταία εναπομείναντα έγγραφα που καταγράφουν τις ζωές αυτών των αγοριών, πολλά από τα οποία κακοποιήθηκαν», τονίζει ο 67χρονος. 
Η Κλερ Ντάλι υποστηρίζει ότι αρχεία σαν κι αυτά που διέσωσε ο Τομ, πρέπει να παραδοθούν στην κυβέρνηση, ώστε να εκτιμηθεί πλήρως η έκταση και οι επιπτώσεις των υποθέσεων αυτών.
«Το κράτος πρέπει να δώσει συνέχεια στις συστάσεις και τα αιτήματα για τα οποία οι επιζώντες φωνάζουν εδώ και χρόνια, να συμπεριλάβει τους πάντες στις έρευνες, να παραδώσει όλα τα αρχεία που κατέχονται από τα αρμόδια θεσμικά όργανα και να προβεί στον πλήρη έλεγχό τους», τονίζει. 
Νομικές μάχες
Η Ιρλανδία απασχολείται τα τελευταία χρόνια με μια μακρά σειρά από σκάνδαλα της Εκκλησίας. Αυτά για τα οποία απευθύνθηκε στους καθολικούς θεσμούς παραμένουν στο επίπεδο μιας δαπανηρής νομικής μάχης ενάντια στην Εκκλησία, η οποία δείχνει μικρά σημάδια μεταμέλειας. Η χώρα έχει πολλές φορές επικριθεί από τον ΟΗΕ για την αποτυχία της να παρέχει επαρκή αποζημίωση στα θύματα.  
Η δικηγόρος ανθρωπίνων δικαιωμάτων, Γουέντι Λυόν, αντιπροσωπεύει θύματα κακοποίησης σε κρατικά ιδρύματα. Ισχυρίζεται ότι οι νόμοι της Ιρλανδίας περί παραγραφής απαλλάσσουν ουσιαστικά το κράτος από την ευθύνη και μπλοκάρουν τη δικαιοσύνη για τα θύματα των εν λόγω ιδρυμάτων. 
«Στην Ιρλανδία, η παραγραφή είναι απόλυτη. Σε αντίθεση με άλλες χώρες, αυτό σημαίνει ότι δεν υπάρχει καμία πρόβλεψη ώστε το δικαστήριο να μπορέσει να άρει την παραγραφή προς το συμφέρον της δικαιοσύνης. Επιπλέον κάθε πρόγραμμα αποκατάστασης των θυμάτων που παρουσιάζεται είναι προοδευτικά χειρότερο», τονίζει στο Al Jazeera
Η Λυόν πιστεύει ότι το κράτος θα προχωρήσει μόνο τις περιπτώσεις που γίνονται γνωστές μέσω των μέσων μαζικής ενημέρωσης και θα χρησιμοποιήσει το νόμο για να εμποδίσει όσους ζητούν οικονομική αποζημίωση. 
«Αυτή τη στιγμή, η πολιτεία εμποδίζει τις γυναίκες από την πρόσβαση σε αυτά τα ανεπαρκή προγράμματα αποζημιώσεων. Τώρα τρέχουμε δικαστικά δυο περιπτώσεις για γυναίκες που έμειναν χωρίς αποζημίωση γιατί δεν πληρούσαν τα δικά τους κριτήρια. Το κράτος θα καταβάλλει μεγάλες προσπάθειες για να μην δώσει χρηματικές αποζημιώσεις, κάτι που είναι περίεργο αν σκεφτεί κανείς πόσα πληρώνει σε νομικά έξοδα
Τώρα έχουμε δύο περιπτώσεις το δικαστήριο για τις γυναίκες κλειδωθεί έξω από τα καθεστώτα, για να μην τοποθέτηση τους κριτήρια. Το κράτος θα καταβάλλει μεγάλες προσπάθειες για να τους κρατήσει έξω από χρηματική αποζημίωση, το οποίο είναι περίεργο αν σκεφτεί κανείς πόσα πληρώνουν σε νομικά έξοδα», προσθέτει. 
Η Λουίζ από την πλευρά της λέει ότι συνεχίζει να την στοιχειώνει η αμετανόητη στάση της Εκκλησίας. «Κατηγορώ την Εκκλησία», λέει. «Η κοινωνία την ενεργοποίησε και την χρηματοδότησε αλλά η Εκκλησία έθετε τις αξίες της εποχής. Πέρασα μια ζωή νιώθοντας κατώτερη εξαιτίας τους. Από τότε που ήμουν 16. Δεν ξέρω πως είναι να νιώθεις κανονική. Ακόμη αισθάνομαι τόσο μεγάλη ντροπή». 
Από το tvxs.