Από ΒΑΘΥ ΚΟΚΚΙΝΟ
Γράφει ο Γρ. Σουλτάνης
Οι δημοκρατικές διαδικασίες είναι ασύμβατες με την ιδεολογία της ΕΕ. Η θεμελιώδη αντιδημοκρατικότητα που χαρακτηρίζει την ΕΕ- με εύσχημο τρόπο αποκαλείται «δημοκρατικό έλλειμμα»-δεν είναι ένα ζήτημα συγκυριακό, αλλά δομικό.
Με αφορμή το Brexit, το γεγονός αυτό ήρθε πάλι στην επικαιρότητα, αφού, στις δημόσιες δηλώσεις που ακολούθησαν διαφάνηκε με σαφήνεια η θεμελιώδη αντιδημοκρατικότητα της ιδεολογίας των ευρωκρατών.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα η περίπτωση του προέδρου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου-του δημοκρατικότερου οργάνου που διαθέτει η ΕΕ-, ο οποίος, εν πολλοίς, ισχυρίστηκε ότι«υπάρχει κίνδυνος να διεξαχθούν δημοψηφίσματα και σε άλλες χώρες της ΕΕ», υπονοώντας σαφώς ότι τα δημοψηφίσματα, δηλαδή, η έκφραση της βούλησης των λαών, συνιστούν κίνδυνο για το καθεστώς της ΕΕ. Επιπλέον, γίνεται έμμεσα παραδεκτό το γεγονός ότι η ΕΕ είναι κατασκεύασμα των ευρωπαϊκών ελίτ, ενάντια σε κάθε έννοια δημοκρατικής νομιμοποίησης.
Σε ακόμη πιο δραματικούς τόνους, η γερμανίδα καγκελάριος δήλωσε ότι «…η ιδέα της ευρωπαϊκής ενοποίησης ήταν μια ιδέα ειρήνης. Βλέπουμε όλοι ότι ο κόσμος βρίσκεται σε αναταραχή. Η ειρήνη που έχουμε στην Ευρώπη εδώ και πολλά χρόνια, δεν είναι αυτονόητη».
Σε αυτή τη δήλωση υπονοείται ότι η έκφραση της βούλησης των λαών, αφενός θα επιφέρει τη διάλυση της ΕΕ και αφετέρου, θα αποτελέσει την αιτία επιστροφής στην παλιά εποχή των ενδοευρωπαϊκών ανταγωνισμών και των ένοπλων συγκρούσεων. Άρα, η Ενωμένη Ευρώπη απαιτεί την παράκαμψη της ετυμηγορίας της λαϊκής βούλησης, αφού, αν αυτή η ετυμηγορία-που προεξοφλείται ως αρνητική για την ΕΕ-γινόταν αποδεκτή, θα ισοδυναμούσε με συνηγορία στο πόλεμο!
Εκτός του ότι, ηχεί ως ανέκδοτο ο ισχυρισμός ότι ο λόγος συγκρότησης της ΕΟΚ/ΕΕ ήταν η ανάγκη για ειρήνη, έχει αποδειχθεί ότι το ελεύθερο εμπόριο, σε καμιά περίπτωση δεν αποτελεί πανάκεια για την αποτροπή ενός πολέμου-πέρα από το γεγονός ότι ειδικά το ελεύθερο εμπόριο αποτελεί ένα είδος πολέμου.
Στην ίδια λογική, οι χριστιανοδημοκράτες της Γερμανίας ανακοίνωσαν ότι «τάσσονται κατά της ιδέας να διεξάγονται δημοψηφίσματα για μείζονες αποφάσεις της ευρωπαϊκής πολιτικής, επειδή κάτι τέτοιο θα υπονόμευε την κοινοβουλευτική δημοκρατία….»!!!
Τα συμπεράσματα που εξάγονται αβίαστα είναι ότι οι πολιτικοί διαχειριστές της ΕΕ διακατέχονται από μια υφέρπουσα αντιδημοκρατικότητα, η οποία, συνήθως, καλύπτεται πίσω από μια οικονομίστικη δογματική γλώσσα.
Εντούτοις, η θεμελιώδης αντιδημοκρατικότητα έχει δύο πτυχές: η πρώτη αφορά τη νεοφιλελεύθερη ιδεολογία και η δεύτερη την κυριαρχία των πολυεθνικών εταιριών.
Ο φιλελευθερισμός δεν υπήρξε ποτέ συμβατός με τη Δημοκρατία και πολύ περισσότερο, ο σύγχρονος φιλελευθερισμός (νεοφιλελευθερισμός), καθότι, καθώς αποτελεί ιδεολογική έκφραση της κυριαρχίας του καπιταλισμού, με τη μορφή των εταιριών, αξιώνει την ηγεμονία στο πεδίο των ιδεών.
Έτσι, η Δημοκρατία είναι ένα πολιτειακό σύστημα καταδικαστέο, αφού αποτελεί εμπόδιο στην κυριαρχία των αυτονομημένων οικονομικών κέντρων εξουσίας.
Η ΕΕ δεν είναι μια απλή διακρατική οικονομική ένωση με υπερεθνικά χαρακτηριστικά, αλλά ένα νεοφιλελεύθερο σχέδιο σε διαδικασία ολοκλήρωσης που φιλοδοξεί να ενοποιήσει τις εθνικές καπιταλιστικές τάξεις, στα πλαίσια μιας φιλελεύθερης αυτοκρατορίας. Η ενοποίηση αυτή, απαιτεί την κατάργηση του κράτους-έθνους, γιατί αυτό, αντιβαίνει στις ανάγκες συσσώρευσης του κεφαλαίου.
Στα νέα δεδομένα, η πολυεθνική αποτελεί τον κυρίαρχο καπιταλιστικό θεσμό συσσώρευσης κεφαλαίου (πραγματικού ή πλασματικού), με αποτέλεσμα-στα πλαίσια της οικονομίας της αγοράς-η κοινωνική και γεωπολιτική σφαίρα να διαμορφώνεται με βάση τις ανάγκες αυτού του θεσμού.
Όπως κατά τη βιομηχανική επανάσταση, ο εργοστασιακός θεσμός ήταν ο διαμορφωτής του οικονομικού, ατομικού, κοινωνικού, αστικού και εθνικού χώρου, κατά παρόμοιο τρόπο, η Εταιρία επιχειρεί την αναδιαμόρφωση των χώρων. Αυτό απαιτεί την κατασκευή ενός νέου τύπου υποκειμένου, την επιβολή του οικονομικού ολοκληρωτισμού στις κοινωνικές σχέσεις και την κατάργηση της εθνικής κυριαρχίας και των κρατών.
Επί της ουσίας, η ΕΕ είναι ένας πολιτικός θεσμός στην υπηρεσία των Εταιριών, που επιχειρεί να καθορίσει τα γεωοικονομικά όριά της, προκειμένου να διασφαλίσει την απρόσκοπτη συσσώρευση κεφαλαίου, στα πλαίσια του αμείλικτου διεθνούς ανταγωνισμού.
Εντούτοις, η επιστροφή σε ένα είδος αυτοκρατορίας υπό γερμανικό imperium, θα σημάνει, όχι μόνο την κατάργηση των εθνών-κρατών αλλά και όλων των συμπαρομαρτούντων που έλαβαν χώρα στα πλαίσια του έθνους κράτους. Ακόμη και αυτή η ισχνή αντανάκλαση δημοκρατίας, η κοινοβουλευτική, θα εκλείψει μαζί με τα κοινωνικά και ατομικά δικαιώματα και το κοινωνικό κράτος.
Κι αυτό, όχι λόγω της αυτοκρατορικής δομής-που θα σήμαινε επιστροφή σε παρωχημένα μοντέλα πολιτειακής οργάνωσης-αλλά εξαιτίας της εταιρικής κυριαρχίας, που καθώς παίζει χωρίς αντίπαλο, εγείρει αξιώσεις ισχύος σε όλα τα πεδία του κοινωνικού, με τη μορφή του νεοφιλελεύθερου ιδεολογήματος.
Η Δημοκρατία (ακόμη και η κακέκτυπη κοινοβουλευτική) δεν έχει θέση στο νεοφιλελεύθερο οικοδόμημα της ΕΕ.
Γι αυτό και οι ευρωκράτες, για να προλάβουν κάθε πιθανό δημοψήφισμα και μια διάλυση της ΕΕ έχουν ετοιμάσει το «τελεσίγραφο» δημιουργίας ενός Υπερκράτους (Ευρωδικτατορίας) της ΕΕ που προβλέπει ότι «οι χώρες της ΕΕ θα χάσουν το δικαίωμα να έχουν το δικό τους στρατό, το δικό τους ποινικό δίκαιο, το δικό τους φορολογικό σύστημα ή το δικό τους κεντρικό τραπεζικό σύστημα, με όλες αυτές τις εξουσίες να μεταφέρονται στις Βρυξέλλες».
Οι δημοκρατικές διαδικασίες είναι ασύμβατες με την ιδεολογία της ΕΕ. Η θεμελιώδη αντιδημοκρατικότητα που χαρακτηρίζει την ΕΕ- με εύσχημο τρόπο αποκαλείται «δημοκρατικό έλλειμμα»-δεν είναι ένα ζήτημα συγκυριακό, αλλά δομικό.
Με αφορμή το Brexit, το γεγονός αυτό ήρθε πάλι στην επικαιρότητα, αφού, στις δημόσιες δηλώσεις που ακολούθησαν διαφάνηκε με σαφήνεια η θεμελιώδη αντιδημοκρατικότητα της ιδεολογίας των ευρωκρατών.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα η περίπτωση του προέδρου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου-του δημοκρατικότερου οργάνου που διαθέτει η ΕΕ-, ο οποίος, εν πολλοίς, ισχυρίστηκε ότι«υπάρχει κίνδυνος να διεξαχθούν δημοψηφίσματα και σε άλλες χώρες της ΕΕ», υπονοώντας σαφώς ότι τα δημοψηφίσματα, δηλαδή, η έκφραση της βούλησης των λαών, συνιστούν κίνδυνο για το καθεστώς της ΕΕ. Επιπλέον, γίνεται έμμεσα παραδεκτό το γεγονός ότι η ΕΕ είναι κατασκεύασμα των ευρωπαϊκών ελίτ, ενάντια σε κάθε έννοια δημοκρατικής νομιμοποίησης.
Σε ακόμη πιο δραματικούς τόνους, η γερμανίδα καγκελάριος δήλωσε ότι «…η ιδέα της ευρωπαϊκής ενοποίησης ήταν μια ιδέα ειρήνης. Βλέπουμε όλοι ότι ο κόσμος βρίσκεται σε αναταραχή. Η ειρήνη που έχουμε στην Ευρώπη εδώ και πολλά χρόνια, δεν είναι αυτονόητη».
Σε αυτή τη δήλωση υπονοείται ότι η έκφραση της βούλησης των λαών, αφενός θα επιφέρει τη διάλυση της ΕΕ και αφετέρου, θα αποτελέσει την αιτία επιστροφής στην παλιά εποχή των ενδοευρωπαϊκών ανταγωνισμών και των ένοπλων συγκρούσεων. Άρα, η Ενωμένη Ευρώπη απαιτεί την παράκαμψη της ετυμηγορίας της λαϊκής βούλησης, αφού, αν αυτή η ετυμηγορία-που προεξοφλείται ως αρνητική για την ΕΕ-γινόταν αποδεκτή, θα ισοδυναμούσε με συνηγορία στο πόλεμο!
Εκτός του ότι, ηχεί ως ανέκδοτο ο ισχυρισμός ότι ο λόγος συγκρότησης της ΕΟΚ/ΕΕ ήταν η ανάγκη για ειρήνη, έχει αποδειχθεί ότι το ελεύθερο εμπόριο, σε καμιά περίπτωση δεν αποτελεί πανάκεια για την αποτροπή ενός πολέμου-πέρα από το γεγονός ότι ειδικά το ελεύθερο εμπόριο αποτελεί ένα είδος πολέμου.
Στην ίδια λογική, οι χριστιανοδημοκράτες της Γερμανίας ανακοίνωσαν ότι «τάσσονται κατά της ιδέας να διεξάγονται δημοψηφίσματα για μείζονες αποφάσεις της ευρωπαϊκής πολιτικής, επειδή κάτι τέτοιο θα υπονόμευε την κοινοβουλευτική δημοκρατία….»!!!
Τα συμπεράσματα που εξάγονται αβίαστα είναι ότι οι πολιτικοί διαχειριστές της ΕΕ διακατέχονται από μια υφέρπουσα αντιδημοκρατικότητα, η οποία, συνήθως, καλύπτεται πίσω από μια οικονομίστικη δογματική γλώσσα.
Εντούτοις, η θεμελιώδης αντιδημοκρατικότητα έχει δύο πτυχές: η πρώτη αφορά τη νεοφιλελεύθερη ιδεολογία και η δεύτερη την κυριαρχία των πολυεθνικών εταιριών.
Ο φιλελευθερισμός δεν υπήρξε ποτέ συμβατός με τη Δημοκρατία και πολύ περισσότερο, ο σύγχρονος φιλελευθερισμός (νεοφιλελευθερισμός), καθότι, καθώς αποτελεί ιδεολογική έκφραση της κυριαρχίας του καπιταλισμού, με τη μορφή των εταιριών, αξιώνει την ηγεμονία στο πεδίο των ιδεών.
Έτσι, η Δημοκρατία είναι ένα πολιτειακό σύστημα καταδικαστέο, αφού αποτελεί εμπόδιο στην κυριαρχία των αυτονομημένων οικονομικών κέντρων εξουσίας.
Η ΕΕ δεν είναι μια απλή διακρατική οικονομική ένωση με υπερεθνικά χαρακτηριστικά, αλλά ένα νεοφιλελεύθερο σχέδιο σε διαδικασία ολοκλήρωσης που φιλοδοξεί να ενοποιήσει τις εθνικές καπιταλιστικές τάξεις, στα πλαίσια μιας φιλελεύθερης αυτοκρατορίας. Η ενοποίηση αυτή, απαιτεί την κατάργηση του κράτους-έθνους, γιατί αυτό, αντιβαίνει στις ανάγκες συσσώρευσης του κεφαλαίου.
Στα νέα δεδομένα, η πολυεθνική αποτελεί τον κυρίαρχο καπιταλιστικό θεσμό συσσώρευσης κεφαλαίου (πραγματικού ή πλασματικού), με αποτέλεσμα-στα πλαίσια της οικονομίας της αγοράς-η κοινωνική και γεωπολιτική σφαίρα να διαμορφώνεται με βάση τις ανάγκες αυτού του θεσμού.
Όπως κατά τη βιομηχανική επανάσταση, ο εργοστασιακός θεσμός ήταν ο διαμορφωτής του οικονομικού, ατομικού, κοινωνικού, αστικού και εθνικού χώρου, κατά παρόμοιο τρόπο, η Εταιρία επιχειρεί την αναδιαμόρφωση των χώρων. Αυτό απαιτεί την κατασκευή ενός νέου τύπου υποκειμένου, την επιβολή του οικονομικού ολοκληρωτισμού στις κοινωνικές σχέσεις και την κατάργηση της εθνικής κυριαρχίας και των κρατών.
Επί της ουσίας, η ΕΕ είναι ένας πολιτικός θεσμός στην υπηρεσία των Εταιριών, που επιχειρεί να καθορίσει τα γεωοικονομικά όριά της, προκειμένου να διασφαλίσει την απρόσκοπτη συσσώρευση κεφαλαίου, στα πλαίσια του αμείλικτου διεθνούς ανταγωνισμού.
Εντούτοις, η επιστροφή σε ένα είδος αυτοκρατορίας υπό γερμανικό imperium, θα σημάνει, όχι μόνο την κατάργηση των εθνών-κρατών αλλά και όλων των συμπαρομαρτούντων που έλαβαν χώρα στα πλαίσια του έθνους κράτους. Ακόμη και αυτή η ισχνή αντανάκλαση δημοκρατίας, η κοινοβουλευτική, θα εκλείψει μαζί με τα κοινωνικά και ατομικά δικαιώματα και το κοινωνικό κράτος.
Κι αυτό, όχι λόγω της αυτοκρατορικής δομής-που θα σήμαινε επιστροφή σε παρωχημένα μοντέλα πολιτειακής οργάνωσης-αλλά εξαιτίας της εταιρικής κυριαρχίας, που καθώς παίζει χωρίς αντίπαλο, εγείρει αξιώσεις ισχύος σε όλα τα πεδία του κοινωνικού, με τη μορφή του νεοφιλελεύθερου ιδεολογήματος.
Η Δημοκρατία (ακόμη και η κακέκτυπη κοινοβουλευτική) δεν έχει θέση στο νεοφιλελεύθερο οικοδόμημα της ΕΕ.
Γι αυτό και οι ευρωκράτες, για να προλάβουν κάθε πιθανό δημοψήφισμα και μια διάλυση της ΕΕ έχουν ετοιμάσει το «τελεσίγραφο» δημιουργίας ενός Υπερκράτους (Ευρωδικτατορίας) της ΕΕ που προβλέπει ότι «οι χώρες της ΕΕ θα χάσουν το δικαίωμα να έχουν το δικό τους στρατό, το δικό τους ποινικό δίκαιο, το δικό τους φορολογικό σύστημα ή το δικό τους κεντρικό τραπεζικό σύστημα, με όλες αυτές τις εξουσίες να μεταφέρονται στις Βρυξέλλες».