Την τελευταία μέρα του 1958, ο διεφθαρμένος δικτάτορας της Κούβας, Φουλχένσιο Μπατίστα, εγκαταλείπει την Αβάνα, κάτω από τη λαϊκή κατακραυγή. Μαζί με την κουστωδία του μεταφέρει και μια μικρή περιουσία: 300 εκατομμύρια δολάρια, προϊόν κατάχρησης από τα δημόσια ταμεία. Οι «μπαρμπούδος» (γενειοφόροι) του Φιντέλ Κάστρο βρίσκονται προ των πυλών της Αβάνας και της εξουσίας.
O νεαρός δικηγόρος Φιντέλ Κάστρο υπήρξε η κινητήρια δύναμη της Κουβανικής Επανάστασης και ένας από τους πολιτικούς άνδρες που σημάδεψαν τον 20ο αιώνα. Οι προσπάθειες του για την ανατροπή του Μπατίστα ξεκίνησαν στις 26 Ιουλίου 1953, με την αποτυχημένη επίθεση στους στρατώνες Μονκάδα. Οι 119 επαναστάτες, που πραγματοποίησαν την επίθεση, κυριολεκτικά αποδεκατίστηκαν. Ο Φιντέλ διασώθηκε την τελευταία στιγμή, συνελήφθη και καταδικάσθηκε σε κάθειρξη 15 ετών. Θα μείνει στη φυλακή για 22 μήνες, κατά την διάρκεια των οποίων θα εντρυφήσει στα γραπτά των Μαρξ, Λένιν και Μαρτί, αλλά και των Σέξπιρ, Φρόιντ και Ντοστογιέφσκι.
Τον Μάιο του 1955, σε μία κρίση μεγαλοψυχίας, ο Μπατίστα έδωσε χάρη στον Φιντέλ, ο οποίος διέφυγε στο Μεξικό με σκοπό να ετοιμάσει το νέο γύρο αντιπαράθεσης με τον δικτάτορα. Στην ομάδα των 82, η οποία θα ξεκινήσει την εποποιία της Κουβανικής Επανάστασης, προστίθεται και ο αργεντίνος γιατρός Ερνέστο Τσε Γκεβάρα, που παραμένει ως τις μέρες το σύμβολο της αιώνιας επανάστασης.
Στις 25 Νοεμβρίου 1956, οι επαναστάτες του Φιντέλ στοιβάζονται σε ένα μικρό ξύλινο γιότ με το όνομα «Γκράνμα», που μετά βίας χωράει 25 άτομα, και ξεκινούν την μεγάλη εποποιία. Στις 2 Δεκεμβρίου, αποβιβάζονται στις ακτές της Κούβας και ξεκινούν κλεφτοπόλεμο με τις δυνάμεις του Μπατίστα στα βουνά της Σιέρα Μαέστρα. Με την ιστορική φράση του Τσε «Ας είμαστε ρεαλιστές! Ας κυνηγήσουμε το ακατόρθωτο!» συνοψίζεται η αποφασιστικότητα των επαναστατών να πραγματοποιήσουν το δύσκολο εγχείρημά τους. Στόχος τους να κερδίσουν πρώτα την υποστήριξη των αγροτών και στη συνέχεια των κατοίκων των μεγάλων πόλεων.
Ένας χωρικός όμως τους «καρφώνει». Η ομάδα δέχεται την πρώτη επίθεση και αποδεκατίζεται. Επιβιώνουν μόνο 20 από τους 82 αντάρτες. Ο Τσε τραυματίζεται. Το αντάρτικο, όμως, φουντώνει. Οι εθελοντές πυκνώνουν τις τάξεις του. Ως το 1958 οι επαναστάτες του Φιντέλ σημειώνουν μικρές νίκες και βελτιώνουν τις θέσεις τους. Οι κυβερνητικές δυνάμεις, παρά τη φθορά που προκαλούν στις τάξεις των ανταρτών, χάνουν σταδιακά το παιγνίδι. Άμαθες στον ανταρτοπόλεμο, έχουν να αντιμετωπίσουν και την αυξανόμενη λαϊκή υποστήριξη προς τους επαναστάτες.
Ο Μπατίστα βλέπει ξεκάθαρα το τέλος της εξουσίας του να πλησιάζει. Έτσι, αποφασίζει στις 31 Δεκεμβρίου 1958 να εγκαταλείψει τη χώρα και να εγκατασταθεί ύστερα από πολλές περιπέτειες στην Πορτογαλία του δικτάτορα Σαλαζάρ. Την επομένη, Πρωτοχρονιά του 1959, ξημερώνει μια νέα ημέρα για την Κούβα. Τα πλήθη ξεχύνονται στους δρόμους και πανηγυρίζουν την ανατροπή του μισητού δικτάτορα. Στις 8 Ιανουαρίου οι «μπαρμπούδος» του Φιντέλ Κάστρο εισέρχονται θριαμβευτικά στην Αβάνα και αναλαμβάνουν την εξουσία. Η Κουβανική Επανάσταση μπορεί να έχει θριαμβεύσει, αλλά τα δύσκολα μόλις τώρα αρχίζουν.
Ο Φιντέλ Κάστρο για να στεριώσει την εξουσία του στηρίχθηκε στους φτωχούς αγρότες, στους εργάτες τω πόλεων, την νεολαία και τους ιδεολόγους όλων των ομάδων και των ηλικιών. Ένα από τα πρώτα μέτρα που πήρε ήταν η εθνικοποίηση των μεγάλων αγροτικών εκτάσεων και των αμερικανικών επιχειρήσεων. Οι Ηνωμένες Πολιτείες, που για πολλά χρόνια διαφέντευαν τις τύχες του νησιού, αντέδρασαν έντονα και ξεκίνησαν την προσπάθεια υπονόμευσης του νέου καθεστώτος, τόσο με την αποτυχημένη «Επιχείρηση του Κόλπου των Χοίρων» όσο και την διακοπή των διπλωματικών σχέσεων με την Κούβα.
Την Πρωτομαγιά του 1961, ο Κάστρο, που είχε αναλάβει την πρωθυπουργία της χώρας, διακήρυξε ότι η Κούβα ήταν πλέον σοσιαλιστική χώρα, με μοναδικό νόμιμο πολιτικό σχηματισμό το Κομμουνιστικό Κόμμα, απογοητεύοντας πολλούς ρομαντικούς που πίστευαν σε μια διαφορετική πορεία του καθεστώτος. Έτσι η Κούβα έγινε το πρώτο σοσιαλιστικό κράτος, σοβιετικού τύπου, στην αμερικανική ήπειρο, γεγονός που πολλαπλασίασε τις αντιδράσεις των Αμερικανών.