Αγωνιώδης έκκληση του ΕΛΑΣ Αθήνας για πυρομαχικά
Κυριακή 17 Δεκέμβρη 1944
Οι Βρετανοί ενισχυμένοι με νέα δυνάμεις, που μεθοδικά μεταφέρουν από το ιταλικό μέτωπο, εξαπολύουν εκκαθαριστικές επιχειρήσεις. Στου Φιλοπάππου δυνάμεις των Εγγλέζων επιτίθενται στους ελασίτες που βρίσκονται στο λόφο. Άγριες μάχες σώμα με σώμα γίνονται στο λόφο Αρδηττού όπου οι ελασίτες αντιμετωπίζουν αποικιακά στρατεύματα. Στο Γαλάτσι καταρρίπτεται βρετανικό αεροσκάφος.
Στη Νέα Σμύρνη οι ριμινίτες εγκαθίστανται στο Βουρλοπόταμο- Τζιτζιφιές για να εξασαφαλίσουν τη μεταφορά βρετανικών δυνάμεων και εφοδίων από τη λεωφόρο Συγγρού. Το εργοστάσιο του ΦΙΞ καταλαμβάνεται με τη βοήθεια αρμάτων μάχης, αφού προηγουμένως οι ελασίτες που το υπερασπίζονταν έπεσαν μέχρις ενός. Οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ υφίστανται μεγάλες απώλειες. Ακόμη στερούνται πυρομαχικών. Η ΚΕ του ΕΛΑΣ ζητά αγωνιωδώς ενισχύσεις σε όπλα, πυρομαχικά και βενζίνη.
Το Διεθνές Κομιτάτο του Ερυθρού Σταυρού παρεμβαίνει και ζητά τη λήψη μέτρων για την προστασία των αμάχων και των τραυματιών. Ο καπετάνιος του Α΄ Σώματος Στρατού Σπύρος Κωτσάκης ( Νέστορας) γράφει σχετικά ( «Δεκέμβρης του 1944 στην Αθήνα»,σ.158,159, Σύγχρονη Εποχή , Αθήνα 1986): «Εκπρόσωπος του Διεθνούς Κομιτάτου του Ερυθρού Σταυρού με Γαλλίδες καλόγριες , αυτές μεσολάβησαν , ήρθε και μας ζήτησε να τον διευκολύνουμε στο έργο του. Παραδέχθηκε ότι γενικά τα τμήματά μας σέβονται τα σήματα του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού. Υπάρχουν όμως περιπτώσεις που δεν τα σεβάστηκαν. Του αναφέραμε κι εμείς περιπτώσεις που οι αντίπαλοί μας –μαζί και οι Άγγλοι- χρησιμοποίησαν σαν τέχνασμα, σαν καμουφλάρισμα, τα σήματα του ΔΕΣ σε βάρος μας. Πάντως εμείς συμφωνάμε ότι ο ΔΕΣ πρέπει να είναι απόλυτα σεβαστός και θα επαναλάβουμε τις διαταγές μας. Και το κάναμε ( ΑΠ 196)».
ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ – ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΑ
«Είχαν πιστέψει πως θα έκαναν έναν απλό περίπατο ως την κορυφή του λόφου»
O Oρέστης Μακρής καπετάνιος του Β΄ Συγκροτήματος του ΕΛΑΣ Αθήνας περιγράφει τις μάχες στου Μακρυγιάννη και του Φιλοπάππου στις 17.12.1944 ( από το βιβλίο του « Ο ΕΛΑΣ της Αθήνας – Άνεμος λευτεριάς στις Ανατολικές και Νότιες συνοικίες 1941-1945:Χρονικό» , σ.117,118, εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα 1985):
«17 ΔΕΚΕΜΒΡΗ. ΑΠΟΚΡΟΥΣΗ ΕΠΙΘΕΣΗΣ ΤΩΝ ΑΓΓΛΩΝ ΣΤΟΥ ΦΙΛΟΠΑΠΠΟΥ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΠΤΕΡΥΓΑ ΜΑΣ ΣΤΟΥ ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗ
Χαράζει η αυγή. Ολόκληρο το Β’ συγκρότημά μας, περίπου 1300 άνδρες, είναι με το δάχτυλο στη σκανδάλη. Έτοιμοι ν’ αποκρούσουν τα λεφούσια του Σκόμπυ.
Και ξαφνικά ο λόφος του Φιλοπάππου, λες κι έγινε ηφαίστειο που κοχλάζει και τινάζει στον αέρα πέτρες, χώματα και δέντρα. Εκατοντάδες οβίδες ανασκαλεύουν τις πλαγιές. Τα πυροβόλα του στόλου, της αεροπορίας, των τανκς και οι όλμοι τους από την Ακρόπολη μια ολόκληρη ώρα χτενίζουν κάθε σημείο του λόφου.
Κι όταν βεβαιώθηκαν οι σκόμπυδες πως δεν μπορεί να υπάρχει πάνω στο λόφο ούτε ένα ζωντανό μερμήγκι, αρχίζουν να κινούν απ’ την Διονυσίου Αρεοπαγίτου δέκα τανκς και πίσω τους μια δύναμη, γύρω στους τρεις λόχους πεζικού που ξεκίνησε από την περιοχή της Πνύκας.
Και να! Ο « πεθαμένος » λόφος σηκώνεται ολόρθος, σαν γίγαντας κι απαντάει με πυκνά πυρά οπλοπολυβόλων και αραβίδων ενάντια στο εγγλέζικο πεζικό και δυο όλμοι μας χτυπούν εύστοχα τα τανκς.
Ο εχθρός πανικοβλήθηκε. Ήταν κάτι έξω απ’ τους κανόνες της στρατιωτικής τέχνης. Είχαν μεν την πείρα του ιταλικού μετώπου ενάντια στους υποχωρούντες γερμανούς. Είχαν γνωρίσει και τον ΕΛΑΣ στην επίθεση. Τώρα θα τον μάθαιναν καλά και στην άμυνα. Μπορεί να ρημάξανε τις συνοικίες μας με τα κανόνια και τ’ αεροπλάνα τους, μπορεί να σφάξανε χιλιάδες αθώους πατριώτες, όμως κι ο ΕΛΑΣ έστειλε εκατοντάδες από δαύτους ν’ αναπαυθούν για πάντα στην παραλία του Καλαμακίου (νεκροταφείο πεσόντων άγγλων).
Είχαν πιστέψει πως θα έκαναν έναν απλό περίπατο ως την κορυφή του λόφου, για να χαζέψουν και το αρχαίο μνημείο. Μέσα σε ένα τέταρτο της ώρας το αγγλικό πεζικό εξαφανίστηκε προς τα προπύλαια της Ακρόπολης.
Τα μισά εγγλέζικα τανκς τους ακολούθησαν και τα άλλα μισά έφυγαν προς το στρατώνα του Μακρυγιάννη.
Ύστερα από μισή ώρα άρχισαν πάλι τα πυροβόλα τους με μικρές διακοπές να σπέρνουν οβίδες. Τα παλικάρια μας της Κορίνθου και του 1ου συντάγματος μας είναι καλά οχυρωμένα στα πρόχειρα ορύγματα που έχουν φτιάξει. Οι απώλειές μας μικρές. Κι αυτές απ’ τα αεροπλάνα. Οι μαχητές είναι νευριασμένοι που τους χτυπάνε από μακριά και δεν μπορούν να δώσουν απάντηση στο μισητό εχθρό.
Σύγχρονα με την πιο πάνω επίθεση έχουν εξαπολύσει και μια δεύτερη απ’ την Πλάκα– Πύλη Αδριανού και λεωφόρο Συγγρού, ενάντια πάλι στο III τάγμα μας και τη διλοχία της Κορίνθου, που κατέχουν την ανατολική πλευρά των στρατώνων.
Εδώ αντί για πυροβολικό, χρησιμοποιούν από κοντά τα κανόνια των τανκς. Μόλις εμφανίζεται το πεζικό τους, δέχονται καταιγιστικά πυρά και υποχωρούν.
Όλη τη μέρα τα εγγλέζικα τανκς προσπαθούν να εκτοπίσουν τους μαχητές μας απ’ τα οχυρά τους, χωρίς αποτέλεσμα. Κατέλαβαν μόνο τα σπίτια που έχουν πρόσοψη στη λεωφόρο Συγγρού. Μετά το μεσημέρι κάνουν ελιγμό με 5 τανκς απ’ την οδό Λεμπέση προς την οδό Μακρυγιάννη. Καταφέρνουν και κλείνουν το δρόμο.
Το ΙΙΙο τάγμα με ένα λόχο της Κορίνθου, περίπου 300 άνδρες κυκλώθηκαν μέσα σε 4 τετράγωνα. Πλησιάζει η νύχτα, αυτή η μεγάλη μας σύμμαχος. Τα τανκς ξαναβγαίνουν στη λεωφόρο Συγγρού. Φοβούνται τους μπουρλοτιέρηδες του ΕΛΑΣ.
Ένας σύνδεσμος του τάγματος φτάνει στο Σταθμό μας. Δίνει την αναφορά:
«Έχασαν 10 οχυρά σπίτια στη Συγγρού και Αρεοπαγίτου, έχουν 20 νεκρούς και αρκετούς τραυματίες που ετοιμάζονται να τους περάσουν απ’ την οδό Λεμπέση προς το Κουκάκι. Ζητούν οδηγίες για την επόμενη μέρα που όλα δείχνουν πως θα είναι πολύ πιο δύσκολη. Έχουν έλλειψη πυρομαχικών και τροφίμων και ζητούν να τα περάσουμε μέσα στη νύχτα».
Ύστερα από ψύχραιμη μελέτη της κατάστασης, όπως διαμορφώθηκε στον ανατολικό τομέα μας, που τα τμήματά μας κυκλωμένα αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο εξόντωσής τους την επόμενη και με σύμφωνη γνώμη του Μένιου Μανουρά και του καπετάνιου του τάγματος της Κορίνθου, αποφασίζουμε γύρω στις 10 το βράδυ και στέλνουμε την πιο κάτω διαταγή στον Παναγιώτη Σαμπλίδη του ΙΙΙου τάγματος:
« Με προσωπική ευθύνη σου, να αναδιπλωθούν μέσα στη νύχτα όλες οι δυνάμεις απ’ την ανατολική πλευρά των στρατώνων προς τους δρόμους Σπύρου Δοντά και Πετμεζά, μεταξύ του Αη Γιάννη και της Λ. Συγγρού. Η αναδίπλωση να γίνει με μεγάλη προσοχή,ώστε να μην αντιληφθεί τίποτε ο εχθρός. Το πέρασμα από την οδό Λεμπέση να γίνει με αργό ρυθμό, σχεδόν πρηνηδόν. Αθόρυβα και σε μικρές ομάδες. Πριν ξημερώσει πρέπει να έχει ολοκληρωθεί η αποχώρηση όλων των τμημάτων.
Εν συνεχεία να παραμείνουν οι δυο λόχοι της Κορίνθου στην Πετμεζά και Δοντά, το δε ΙΙΙο τάγμα να αναπτυχθεί κατά μήκος της οδού Φαλήρου με μέτωπο προς τη λεωφόρο Συγγρού, ώστε όλες οι δυνάμεις μας να ευθυγραμμιστούν σε ενιαία αμυντική διάταξη και προς το στρατώνα και προς τη λεωφόρο Συγγρού.
Καμιά υποχώρηση χωρίς την έγκρισή μας. Ιδιαίτερα καθιστούμε προσεχτικό τον Παναγιώτη Σαμπλίδη για τη σοβαρή αποστολή που του αναθέτουμε, να συγκρατήσει τις πλευρικές επιθέσεις των τανκς απ’ τη λεωφόρο Συγγρού ως του Φιξ».
Η εκκένωση των τεσσάρων τετραγώνων έγινε με τέτοια μαστοριά, ώστε όταν την επόμενη τα ξημερώματα εξαπολύθηκε η γιγαντιαία επίθεση των άγγλων, έχασαν 4 ώρες στην προσπάθεια τους να καταλάβουν τα τέσσερα άδεια τετράγωνα της σφήνας μας στην ανατολική πλευρά των στρατώνων. Ακόμη και οι σκιές μας πολεμούσαν και στέκονταν εμπόδιο στο σιδερόφραχτο ιμπεριαλισμό.
Αυτή τη νύχτα δεν κοιμηθήκαμε καθόλου. Γυρίζαμε στα τμήματά μας και τους μιλούσαμε με φλογερά λόγια για τον αγώνα μας,για το θαυμασμό των προοδευτικών ανθρώπων σ’ όλον τον κόσμο και που με τη βοήθειά τους και με τη βοήθεια των ανταρτών, που συγκλίνουν στην Αθήνα θα λυγίσουμε τη«Σκομπία» και άλλα πολλά που δεν τα θυμάμαι πια.
Το ηθικό των μαχητών μας ήταν κάτι το ασύλληπτο. Είχαν γίνει όλοι τους ηρωικές μορφές. Δεν μπορούσες πια να τους ξεχωρίσεις. Πουθενά δεν άκουγες παράπονο ή βαρυγκόμια. Γυρίσαμε στο Σ.Δ. με το συναίσθημα, ότι έχουμε παρατάξει ενάντια στον εχθρό ένα φράγμα από γρανίτη, που δεν μπορεί να το ραγίσει και να το διαβεί, όση φωτιά και σίδερο κι αν ρίξει επάνω του.
Γύρω στις 3 τα ξημερώματα έφτασε σύνδεσμος απ’ την ταξιαρχία που μας γνωστοποιούσε, ότι το πρωί θα δεχτούμε ισχυρότατη επίθεση του εχθρού, τόσο το Β’ συγκρότημά μας, όσο και το 11οσύνταγμα Τρίπολης στην Καλλιθέα. Η διαταγή ήταν να κρατήσουμε τις θέσεις μας με κάθε θυσία.
Γράφουμε τις σχετικές διαταγές προς τα τάγματα και περιμένουμε άγρυπνοι. Για λίγο φύγαμε ο καπετάνιος της Κορίνθου στο λόφο του Φιλοπάππου και εγώ στο λόφο Σικελίας, στο Λάμπη. Σκοπός μας να τονίσουμε στις τοπικές αυτές διοικήσεις τη σημασία που έχουν για την άμυνά μας οι δυο αυτοί λόφοι. Η διαταγή γι’ αυτούς είναι άμυνα μέχρις εσχάτων.
Γι αυτή τη μέρα το ανακοινωθέν του Σκόμπυ αναφέρει:«Πρόοδος στον Πειραιά, αλλά γενικώς η κατάστασις εις τας Αθήνας παραμένει αμετάβλητος. Συγκρούσεις τοπικού χαρακτήρος».
Και ο Τσώρτσιλ τηλεγραφούσε προς τον Αλεξάντερ:« Η προώθηση του ΕΛΑΣ προς το κέντρο της Αθήνας μου φαίνεται πολύ σοβαρό γεγονός και θα επιθυμούσα να γνωρίσω εάν κρίνετε ότι με τις ενισχύσεις που φτάνουν είμαστε ικανοί να κρατήσουμε τις θέσεις μας στην καρδιά της πόλεως και να χτυπήσουμε τον εχθρό. Έχετε υπ’ όψιν σας νέες ενισχύσεις, εκτός από την 4η μεραρχία, το σύνταγμα αρμάτων και τις δυο τελευταίες ταξιαρχίες της 46ηςμεραρχίας. Διατρέχουμε τον κίνδυνο να βρεθούμε μπροστά σε μια μαζική παράδοση των βρετανικών δυνάμεων, που είναι εντοιχισμένες μέσα στην πόλη της Αθήνας, ακολουθούμενη από σφαγή των Ελλήνων που μας υποστηρίζουν. Το πολεμικό συμβούλιο επιθυμεί να λάβει από σας μιαν αναφοράν επί της στρατιωτικής καταστάσεως υπ’ αυτό το Πρίσμα».
Τέλος, ο Γιώργης Σιάντος στέλνει το παρακάτω ραδιογράφημα στις Κομματικές Οργανώσεις όλης της Ελλάδας:
« Μάχη συνεχίζεται με μεγάλη ένταση. Βομβαρδισμοί, πυροβολισμοί αμάχου πληθυσμού συνεχίζονται. Σήμερα άγγλοι αποβίβασαν νέες σοβαρές δυνάμεις από Πειραιά μέχρι Καλαμάκι Παλαιού Φαλήρου. Άγγλοι εξασκούν μεγάλην πίεσην κατά Πειραιά. Αναμένεται ισχυρότερη πίεση άγγλων. Τμήματά μας κατέρριψαν ένα αγγλικό αεροπλάνο Αμπελοκήπους. Ηθικό λαϊκού στρατού και λαού ακμαίον.
Εντείνατε λαϊκές κινητοποιήσεις δια ηθικήν και υλικήν ενίσχυσιν μαχομένης πρωτεύουσας».
17.12.44 Γέρος (Γιώργης Σιάντος)».
Ο Σεφέρης για τον ξανθό Εγγλέζο λοχαγό
Καταγραφή του Γιώργου Σεφέρη στις 17 του Δεκέμβρη στις «Μέρες Δ΄ 1 Γενάρη 1941-31 Δεκέμβρη 1944», σ.377, εκδόσεις Ίκαρος, Αθήνα 1986:
« Κυριακή, 17 Δεκέμβρη
Το τερατώδες είναι ότι μέσα σ’ αυτό το σπαραγμό δεν μπορείς να στηριχτείς ούτε σε μια φωτεινή στιγμή κανενός. Οι καλύτεροι σε βαθιά απόγνωση. αυτοί είναι και οι πιο αδύνατοι. Οι άλλοι, ρομπότ: δεν έχω τη διάθεση να σημειώσω, όπως άλλοτε, τα καθημερινά περιστατικά που δείχνουν ως πού μπορεί να φτάσει ο ξεπεσμός.
Αδύνατο να γράψω. αδύνατο να διαβάσω. τα νεύρα βυθισμένα μέσα σ’αυτή τη φρίκη, όπως μέσα σ’ ένα ποτήρι νερό.
Από μιά βδομάδα χωρίς νερό, το ψωμί ανύπαρχτο, οι μπακάληδες αδειανοί. τους σκοτωμένους τους θάβουν επί τόπου. Ο Βασιλικός Κήπος βρωμά. Χτες οι όλμοι ή οι οβίδες των 75, που πέφτουν εδώ και κάμποσες μέρες τριγύρω στην «Μπρετάνια», σκότωσαν τρεις- τέσσερεις ανθρώπους στην οδό Φιλελλήνων, απέναντι στη Ρούσικη εκκλησιά, την ώρα που έβγαινε ο κόσμος για να ψουνίσει κατά τις 12.30. (Η κυκλοφορία επιτρέπεται 12-14). Σήμερα, καθώς περνούσα για να πάω στο Υπουργείο, το αίμα έμενε ακόμη εκεί απλωμένο στο πεζοδρόμιο και στον τοίχο. Γυρίζοντας σπίτι, μπροστά στην πόρτα, ένα τζιπ. στο πίσω κάθισμα ένα σώμα αναγερτό με το ξανθό κεφάλι κρεμασμένο, όθε έτρεχε το αίμα όπως αδειάζεις ένα αιγινήτικο κανάτι. Διάκρινα τα’ αστέρια ενός Εγγλέζου λοχαγού και είδα το πρόσωπό του. Η μύτη και το στόμα ήταν ένα κομμάτι κρέας, σα να τα είχε οργώσει με τα νύχια του αρπαχτικό όρνιο».
Mάχη σώμα με σώμα στον Αρδηττό
Απόσπασμα από την έκδοση της 6ης Αχτίδας της ΚΟΑ « Οι Ανατολικές Συνοικίες της Αθήνας ( το Δεκέμβρη του 1944» (Αθήνα 1945), που επανεκδόθηκε από τη Σύγχρονη Εποχή το 2014:
«… Στις 17/12 οι αραπάδες παίρνουνε αιφνιδιαστικά τον Αρδηττό. Ο Σκόμπι σπεύδει να βγάλει ανακοινωθέν πανηγυρίζοντας την επιτυχία. Λογάριαζε, όμως, χωρίς τον ξενοδόχο.
Την άλλη μέρα τα ξημερώματα ορμάει ο ΕΛΑΣ σε αντεπίθεση. Ούτε προπαρασκευή πυροβολικού, ούτε τίποτα. Ο Αρδηττός πρέπει ν’ ανακαταληφθεί. Οι Εγγλέζοι με τους αραπάδες έχουν ταμπουρωθεί στον οχυρότατο λόφο και διαθέτουν όλα τα όπλα. Κανείς όμως δεν τα λογαριάζει. Οι ΕΛΑΣίτες προχωράνε σα δαιμονισμένοι. Στο πρώτο χαράκωμα δυο ΕΛΑΣίτες, ο Κ. Γκίκας ( Μαχαίρας) και ο Αργύρης Κ., πιάνουν μόνοι τους…11 αιχμαλώτους οπλισμένους με αυτόματα. Τους αφοπλίζουν και προχωράνε για το επόμενο χαράκωμα. Οι Εγγλέζοι που βρίσκονταν μέσα σ’ αυτό σηκώνουν άσπρη σημαία και δολοφονικά πυροβολούν και τραυματίζουν τον Γκίκα, που κυλιέται μέσα στο χαράκωμα βαριά τραυματισμένος. Εκεί τα κτήνη τον ξεσκίζουν με τις ξιφολόγχες τους. Σε λίγο πέφτουν κι αυτοί αιχμάλωτοι στα χέρια του ΕΛΑΣ και όμως δεν εκτελούνται επιτόπου, όπως θα ήταν φυσικό. Ο ΕΛΑΣ δεν κατέβηκε ποτέ στο δικό τους επίπεδο.
Σε λίγο ο Αρδηττός βρίσκεται στα χέρια του ΕΛΑΣ και το ανακοινωθέν του Σκόμπι πάει χαμένο…».
« Το πυροβολικό μας έβαλε χθες την μεσημβρίαν στόχους εις το κέντρον της πόλεως»
Από το «Δελτίον 10ης ώρας 17-12-44» του Α΄ Σώματος Στρατού που υποβλήθηκε στην ΚΕ του ΕΛΑΣ ( «Δεκέμβρης του 1944 στην Αθήνα»,σ.160, οπ.π.):
«1) ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑ 7ου ΣΥΝ/ΤΟΣ. Η έπαυλις Θων ανετινάχθη από συνεργεία δυναμιτιστών. Ομοίως 5-6 αντιστάσεις περί το Σχολείον Χωροφυλακής. Εις το Νοσοκομείον κρυοπαγημάτων δεν επετεύχθη αιφνιδιασμός.
2) Ι Ταξιαρχία. Νέα επίθεση τας μετασημβρινάς ώρας τανκς και πεζικού εις την συνοικίαν Ψυρρή. Εχθρικαί δυνάμεις απεσύρθησαν τας εσπερινάς ώρας. Το 1/6 Κορίνθου που υπέστη μεγάλας απωλείας ( 155 άνδρας επί 307) απεσύραμε από Μακρυγιάννη εις την διάθεσιν της VIIITαξιαρχίας. Εις Καισαριανήν πυρά πυροβολικού από Γουδί.
3) Το πυροβολικό μας έβαλε χθες την μεσημβρίαν στόχους εις το κέντρον της πόλεως.
4) Αριθμός όπλων μονάδων Αθηνών ΣΣ 2.400 και πλέον των 300 άνευ φυσιγγίων (μάλινχερ ή Βουλγαρικά).
5) Άπασαι αι διαθέσιμοι βενζίναι προωθήθησαν εις Λειβαδιάν, άλλαι δεν υπάρχουν. Αντιμετωπίζομεν χρήσιν βενζίνης.
Αιτήσεις
Βλήματα πυροβολικού των 7,5 σκόντα 500 εις Περιστέρι.
Όλμων 81, αν υπάρχουν 500.
Φυσιγγίων Στεν στερούμεθα τελείως. Υπάρχοντας αυτόματα στεν είναι εν αχρηστία.
Προτάσεις
Εντός της νυκτός να προωθηθή εν Τάγμα εις Γηροκομείνο εις διάθεσιν του 7 Συν/τος
ΣΔ 17-12-44
Η ΔΙΟΙΚΗΣΗ
ΝΕΣΤΟΡΑΣ».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου