Δυτικό Βερολίνο, 11 Απριλίου του 1968. Μεγάλη Πέμπτη του Καθολικού Πάσχα. Ένας 28χρονος ποδηλάτης ψάχνει φαρμακείο γιατί το παιδί του είναι άρρωστο. Ξέρει πως υπάρχει ένα κοντά στα γραφεία της Σοσιαλιστικής Ένωσης Γερμανών Φοιτητών, της οποίας είναι μέλος.
Σταματάει και κατεβαίνει από το ποδήλατό του. Εκείνη την στιγμή τον πλησιάζει ένας άγνωστος. «Είστε ο Ρούντι Ντούτσκε;» ρωτάει τον νεαρό. «Μάλιστα» απαντάει ανυποψίαστος εκείνος. Τότε ο άγνωστός βγάζει ένα πιστόλι και τον πυροβολεί τρεις φορές. Ήταν η στιγμή η οποία θα αποτελούσε την αφορμή για να ξεδιπλωθεί ένα γιγαντιαίο φοιτητικό κίνημα το οποίο, σύμφωνα με κάποιες αναλύσεις, οδήγησε στην εξέγερση του Μάη του ’68 στην Γαλλία.
Διότι ο νεαρός ποδηλάτης δεν ήταν τυχαίος περαστικός. Ήταν μια εξέχουσα μορφή της γερμανικής και ευρωπαϊκής, εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς, ένας θρύλος του φοιτητικού κινήματος, πριν ακόμη αυτήν την απόπειρα δολοφονίας. Διότι ο Ρούντι δεν πεθαίνει επιτόπου παρά την σοβαρότητα των τραυμάτων του, από δύο σφαίρες στο κεφάλι και μία στο στήθος. Αυτό θα συνέβαινε μερικά χρόνια αργότερα, εξαιτίας τους όμως. Προς το παρόν, απανωτές εγχειρήσεις στο κεφάλι τον κρατούν στην ζωή, παρά και ενάντια σε κάθε πιθανότητα.
Θύτης ήταν ένας ελαιοχρωματιστής, ο Γιόζεφ Μπάχμαν, πάνω στον οποίο βρέθηκε μια φωτογραφία του Ρούντι και ένα φύλλο της ακροδεξιάς «Εθνικής Εφημερίδας», γεγονός το οποίο παρέπεμπε σε καθαρά πολιτικό μοτίβο για την απόπειρα. Αλλωστε, ο επίδοξος δολοφόνος ξεκαθάρισε εξαρχής πως «δεν αντέχω τους κομμουνιστές», προσθέτοντας ότι «εμπνεύστηκε» για την πράξη του από την δολοφονία του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ στις ΗΠΑ, λίγες μέρες πριν.
Ο Ρούντι έπεσε αιμόφυρτος στο πεζοδρόμιο στις τέσσερις και μισή το απόγευμα. Μερικές ώρες αργότερα, περίπου 5.000 φοιτητές διαδηλώνουν έξω από την εφημερίδα «BILD» του εκδοτικού συγκροτήματος Springer, διότι την θεωρούν ηθικό αυτουργό της απόπειρας και φωνάζοντας το σύνθημα: «Και η BILD πυροβόλησε μαζί».
Η αλήθεια είναι, ότι λίγες μέρες πριν την απόπειρα, η εφημερίδα καλούσε την κυβέρνηση να «δαμάσει» τους ηγέτες των «ταραχοποιών».
Οι φοιτητές εφορμούν στο κτίριο του συγκροτήματος Springer, ενώ μερικά αυτοκίνητα διανομής παραδίδονται στις φλόγες.
Ακριβώς σαν φλόγα σε ξερόκλαδα, οι διαδηλώσεις διαμαρτυρίας απλώνονται μέσα σε μερικές ώρες σε 50 πόλεις της Γερμανίας, με την συμμετοχή φοιτητών, πανεπιστημιακών, διανοούμενων και εργαζόμενων. Ήταν προφανές, ότι η απόπειρα δολοφονίας ήταν η αφορμή για να εκφραστεί η συσσωρευμένη αγανάκτηση της νεολαίας και της εργατικής τάξης ενάντια σε ένα όλο και πιο άγριο εκμεταλλευτικό σύστημα.
Ο κόσμος βγαίνει μαζικά στον δρόμο και τις επόμενες μέρες, ακόμη και την Κυριακή του Πάσχα, στις γνωστές και ως πασχαλινές πορείες ειρήνης.
Η γερμανική αστυνομία, γνωστή για την σκληρότητά της, χτύπησε παντού με ιδιαίτερη αγριότητα τις διαδηλώσεις. Εξαίρεση, σύμφωνα με παλαιότερο αφιέρωμα της Deutsche Welle άγρια, με εξαίρεση την Κολωνία, το Έσεν και το Ντόρτμουντ. Στις πόλεις αυτές είχαν λάβει μέρος στις διαδηλώσεις εργαζόμενοι και ιερείς.
Το αίμα ρέει άφθονο. Δύο νεκροί διαδηλωτές και τουλάχιστον 400 τραυματίες εξαγριώνουν ακόμη περισσότερο τις λαϊκές διαθέσεις. Ούτε η πρωτοφανής, για τα μεταπολεμικά χρονικά της χώρας, κινητοποίηση 21.000 αστυνομικών καταφέρνει να τις καταστείλει.
Ο γνωστός τραγουδοποιός Βολφ Μπίρμαν, φίλος του Ρούντι, γράφει το περίφημο τραγούδι «Τρεις σφαίρες για τον Ρούντι Ντούτσκε».
Ενα μήνα μετά την απόπειρα, στις 11 Μαΐου του 1968, έγινε πορεία προς τη Βόννη από έξι διαφορετικά σημεία της Γερμανίας, με την συμμετοχή 80.000 διαδηλωτών. Ανάμεσά τους 200 καθηγητές πανεπιστημίου, 100 επιζώντες από ναζιστικά στρατόπεδα και οι ιερείς Χάινριχ Βέρνερ και Βάλτερ Μπρεμ - από την Κολωνία και το Ντόρτμουντ - ως εκπρόσωποι των 2743 ιερέων που κάλεσαν με επιστολή τους βουλευτές να μην ψηφίσουν τους νόμους εκτάκτου ανάγκης και τα συνδικάτα να προστατεύσουν τα δικαιώματα των εργαζομένων και των πολιτών.
Οι νόμοι «εκτάκτου ανάγκης», υπέρ των οποίων τάσσονταν ανοιχτά το εκδοτικό συγκρότημα Springer, γεγονός το οποίο το κατέστησε σύμβολο μίσους για τους διαδηλωτές, προέβλεπαν περιορισμό των πολιτικών και αστικών ελευθεριών σε περιπτώσεις «εκτάκτου ανάγκης» όπως π.χ. την παρέμβαση των ενόπλων δυνάμεων εναντίον «εσωτερικών εξεγέρσεων» ή και των νατοϊκών δυνάμεων που στάθμευαν στη Γερμανία.
Να σημειωθεί ότι προωθούνταν πριν από την απόπειρα κατά του Ρούντι.
Η ζωή του
Ο Ρούντι Ντούτσκε, τέταρτος γιος ενός ταχυδρόμου, γεννήθηκε το 1940 και μεγάλωσε στην μεταπολεμική Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας.
Εντάσσεται στον ευαγγελικό όμιλο του Λούκενβαλ ο οποίος είχε θρησκευτικο-σοσιαλιστική κατεύθυνση. Το 1956 γίνεται μέλος της «Ελεύθερης Γερμανικής Νεολαίας» όπως ήταν η επίσημη ονομασία της κομμουνιστικής νεολαίας στην ΓΛΔ.
Τα γεγονότα της Ουγγαρίας την ίδια χρονιά λειτουργούν καταλυτικά στην πολιτική του σκέψη. Εντάσσεται στο κόμμα του Δημοκρατικού Σοσιαλισμού, το οποίο διατηρεί αποστάσεις από την πολιτική της ΕΣΣΔ αλλά και των ΗΠΑ. Αρχίζει να ασκεί κριτική εναντίον του κυβερνητικού Ενιαίου Σοσιαλιστικού Κόμματος.
Το 1957 τάσσεται ανοιχτά κατά της «στρατιοτικοποίησης» τηγς ΓΛΔ και υπέρ της ελεύθερης μετακίνησης, ενώ αρνείται να υπηρετήσει στον στρατό, αν και δεν ήταν υποχρεωτική η θητεία.
Αρχίζει να εργάζεται σαν προπονητής του δέκαθλου, αλλά και να επισκέπτεται το Δυτικό Βερολίνο, στο οποίο τελικά και παραμένει το 1961, λίγο πριν την κατασκευή του Τείχους. Εκεί δουλεύει σαν αθλητικός συντάκτης και παράλληλα σπουδάζει κοινωνιολογία, φιλοσοφία, ιστορία και εθνολογία στο ελεύθερο Πανεπιστήμιο του Βερολίνου.
Αρχικά επηρεάζεται από τον Χάιντεγκερ και τον Σαρτρ, αργότερα τον ελκύει ο μαρξισμός και η μελέτη του εργατικού κινήματος.
Διαβάζει Μαρξ, Λούκατς, Μπλοχ, Αντόρνο, Χόρκχάιμερ, Μάρκουζε. Επηρεάζεται από την σκέψη της Αμερικανίδας φοιτήτριας θεολογίας, Γκρέτχεν Κλοτς, με την οποία θα παντρευτεί.
Από τον «χριστιανικό» σοσιαλισμό θα περάσει ολοκληρωτικά στον μαρξισμό, υπερασπιζόμενος πάντα το δικαίωμα στην ατομική ελεύθερη έκφραση.
Εξαρχής ο Ρούντι συνέδεσε την θεωρία με την πράξη. Εξέδιδε το αριστερό περιοδικό «Anschlag», ενώ το 1962 οργανώνει πολιτική ομάδα την οποία συνδέει με την «Καταστασιακή Διεθνή».
Το 1965 ο Ρούντι και η ομάδα του εντάσσονται στην Σοσιαλιστική Ένωση Γερμανών Φοιτητών και την ίδια χρονιά γίνεται μέλος του καθοδηγητικού της συμβουλίου.
Το 1966 είναι χρονιά έντονης πολιτικής δράσης, με οργάνωση διαδηλώσεων ενάντια στις αντιδραστικές μεταρρυθμίσεις στην εκπαίδευση, στην «έκτακτη» νομοθεσία και τον πόλεμο του Βιετνάμ.
Στις 2 Ιουνίου του 1967 η αστυνομία πυροβολεί εναντίον διαδηλωτών τραυματίζοντας τον φοιτητή, Μπένο Ονεζοργκ. Ο Ρούντι και η οργάνωσή του διοργανώνουν καθιστική διαμαρτυρία απαιτώντας από τις αρχές να φτάσουν την έρευνα για τους πυροβολισμούς μέχρι το τέλος.
Μεγάλες εφημερίδες τάσσονται κατά των φοιτητών που διαμαρτύρονται, ενώ αλληλέγγυους βρίσκουν μόνο μερικούς πανεπιστημιακούς. Ο Ονεζοργκ πεθαίνει από τα τραύματά του και μετά την κηδεία οργανώνεται στο Ανόβερο ένα συνέδριο με θέμα «Πανεπιστημιακές σχολές και Δημοκρατία», το οποίο αποτέλεσε τομή για την γερμανική Αριστερά, αφού ο Χάμπερμας κατηγορεί τον Ντούτσκε ότι προκάλεσε την αστυνομική βία, χαρακτηρίζοντάς τον «αριστερό φασίστα».
Η δράση του Ρούντι στο εργατικό και φοιτητικό κίνημα τον στοχοποιεί από τον συστημικό Τύπο, ο οποίος τον κατηγορεί για το «άθλιο παρουσιαστικό», «μαρξιστική αργκό», ακόμη και για την προέλευσή του από την ΓΛΔ.
Σε φιλοαμερικανικές διαδηλώσεις τον Φλεβάρη του 1968 στο Δυτικό Βερολίνο, οι μετέχοντες κρατούν πλακάτ που χαρακτηρίζουν τον Ρούντι «Εχθρό του λαού Νο1», ενώ χτυπούν φοιτητές που τους νομίζουν για τον Ντούτσκε.
Σε φιλοαμερικανικές διαδηλώσεις τον Φλεβάρη του 1968 στο Δυτικό Βερολίνο, οι μετέχοντες κρατούν πλακάτ που χαρακτηρίζουν τον Ρούντι «Εχθρό του λαού Νο1», ενώ χτυπούν φοιτητές που τους νομίζουν για τον Ντούτσκε.
Μετά την δολοφονική απόπειρα ξεκίνησε μια μακρά διαδικασία αποκατάστασης της υγείας του σε διάφορες χώρες.
Από το 1970 άρχισε να διδάσκει κοινωνιολογία στην Δανία όπου και πέθανε το 1979, στο μπάνιο κατά τη διάρκεια μιας επιληπτικής κρίσης, η οποία προκλήθηκε από τα παλιά τραύματα της απόπειρας.
Για την ιστορία να πούμε ότι ο Μπάχμαν καταδικάστηκε σε επτά χρόνια φυλάκιση. Ο Ντούτσκε διατηρούσε επαφές μαζί του δηλώνοντας ότι δεν έχει τίποτα προσωπικό μαζί του και προσπαθώντας να τον πολιτικοποιήσει με τις ιδέες του σοσιαλισμού.
Ωστόσο, το 1970 ο Μπάχμαν αυτοκτόνησε στο κελί του.
Ο Ρούντι έγραψε ότι «η πάλη για την απελευθέρωση μόλις ξεκίνησε. Κρίμα που ο Μπάχμαν δεν θα μπορέσει να συμμετάσχει σε αυτήν»…
Από το tvxs.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου